-
1 πυκινός
πῠκῐνός, πυκνός1 shrewdΣίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν O. 13.52
πυκινὰν μῆτιν κλύοντες (sc. Μηδείας) P. 4.58 πυκινῷ θυμῷ (sc. Πελία) P. 4.73 ἀμφὶ πυκναῖς Τειρεσίαο βουλαῖς (Pauw: Τειρεσίαο πυκιναῖς codd.) I. 7.8 ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν Λάκαιναν ἐπὶ θηρσὶ κύνα τρέχειν πυκινώτατον ἑρπετόν fr. 106. 3. -
2 πυκνός
πῠκῐνός, πυκνός1 shrewdΣίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν O. 13.52
πυκινὰν μῆτιν κλύοντες (sc. Μηδείας) P. 4.58 πυκινῷ θυμῷ (sc. Πελία) P. 4.73 ἀμφὶ πυκναῖς Τειρεσίαο βουλαῖς (Pauw: Τειρεσίαο πυκιναῖς codd.) I. 7.8 ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν Λάκαιναν ἐπὶ θηρσὶ κύνα τρέχειν πυκινώτατον ἑρπετόν fr. 106. 3. -
3 Τειρεσίας
Τειρεσίας a seer of Thebes. γείτονα δ' ἐκκάλεσεν Διὸς ὑψίστου προφάταν ἔξοχον, ὀρθόμαντιν Τειρεσίαν (sc. Ἀμφιτρύων) N. 1.61 ἢ ἀμφὶ πυκναῖς Τειρεσίαο βουλαῖς; (Pauw: Τειρεσίαο πυκιναῖς codd.) I. 7.8
Перевод: со всех языков на английский
с английского на все языки- С английского на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский